„κοντέινερ“: ουδέτερο κοντέινερ [konˈdeiner]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Container Containerαρσενικό | Maskulinum, männlich m κοντέινερ κοντέινερ