κλοτσιά
[kloˈtsja]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- (Fuß-)Trittαρσενικό | Maskulinum, männlich mκλοτσιάκλοτσιά
- Kickαρσενικό | Maskulinum, männlich mκλοτσιά αθλητισμός | Sportαθλκλοτσιά αθλητισμός | Sportαθλ