καυστήρας
[kafˈstiras]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Brennerαρσενικό | Maskulinum, männlich mκαυστήρας τεχνική | Technikτεχν ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υκαυστήρας τεχνική | Technikτεχν ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ