καταστατικός
[katastatiˈkos], καταστατική, καταστατικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
ejemplos
- ο Καταστατικός Χάρτης των Ηνωμένων Εθνώνdie Charta der Vereinten Nationen