κατασκευάστρια
[kataskjeˈvastria]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Fabrikantinθηλυκό | Femininum, weiblich fκατασκευάστριαHerstellerinθηλυκό | Femininum, weiblich fκατασκευάστριακατασκευάστρια
ejemplos
- κατασκευάστρια γύψινων εκμαγείωνGipserinθηλυκό | Femininum, weiblich f
- κατασκευάστρια εταιρείαθηλυκό | Femininum, weiblich fHerstellerfirmaθηλυκό | Femininum, weiblich f