„ιππότης“: αρσενικό ιππότης [iˈpotis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Ritter, Kavalier Ritterαρσενικό | Maskulinum, männlich m ιππότης ιστορία | Geschichteιστ ιππότης ιστορία | Geschichteιστ Kavalierαρσενικό | Maskulinum, männlich m ιππότης ευγενικός άντρας ιππότης ευγενικός άντρας