θανατώνω
[θanaˈtono]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- tötenθανατώνω σκοτώνωθανατώνω σκοτώνω
- hinrichtenθανατώνω εκτελώθανατώνω εκτελώ