επαγγελματίας
[epaŋgjelmaˈtias]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Gewerbetreibende(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fεπαγγελματίαςεπαγγελματίας
- Profiαρσενικό | Maskulinum, männlich mεπαγγελματίας μη ερασιτέχνηςεπαγγελματίας μη ερασιτέχνης
ejemplos
- ελεύθερος επαγγελματίαςFreiberuflerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- επαγγελματίας του ποδοσφαίρουFußballprofiαρσενικό | Maskulinum, männlich m
-
ocultar ejemplosmostrar más ejemplos