„εξηγώ“: μεταβατικό ρήμα εξηγώ [eksiˈɣo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) erklären, erläutern, deuten erklären εξηγώ εξηγώ erläutern εξηγώ σχολιάζω εξηγώ σχολιάζω deuten εξηγώ όνειρο εξηγώ όνειρο