εξέλιξη
[eˈkseliksi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Entwicklungθηλυκό | Femininum, weiblich fεξέλιξηAblaufαρσενικό | Maskulinum, männlich mεξέλιξηεξέλιξη
- Evolutionθηλυκό | Femininum, weiblich fεξέλιξη βιολογία | Biologieβιολεξέλιξη βιολογία | Biologieβιολ
ejemplos
- σε εξέλιξηim Gange
- εξέλιξη παιχνιδιούSpielverlaufαρσενικό | Maskulinum, männlich m