εκτέλεση
[ekˈtelesi]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Ausführungθηλυκό | Femininum, weiblich fεκτέλεση εφαρμογήεκτέλεση εφαρμογή
- Darbietungθηλυκό | Femininum, weiblich fεκτέλεση θέατρο | Theaterθεατεκτέλεση θέατρο | Theaterθεατ
- Aufführungθηλυκό | Femininum, weiblich fεκτέλεση μουσεκτέλεση μουσ
- Hinrichtungθηλυκό | Femininum, weiblich fεκτέλεση θανάτωσηExekutionθηλυκό | Femininum, weiblich fεκτέλεση θανάτωσηεκτέλεση θανάτωση
ejemplos
- εκτέλεση πέναλτιElfmeterschießenουδέτερο | Neutrum, sächlich n