εισηγητής
[isijiˈtis]αρσενικό | Maskulinum, männlich m, εισηγήτρια [isiˈjitria]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Referentαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fεισηγητήςεισηγητής