εθνικός
[eθniˈkos], εθνική, εθνικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
ejemplos
- εθνικά χρώματαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural nplLandesfarbenπληθυντικός | Plural plNationalfarbenπληθυντικός | Plural pl
- εθνικά χρώματαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl αθλητισμός | SportαθλNationaltrikotουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- εθνική βιβλιοθήκηθηλυκό | Femininum, weiblich fNationalbibliothekθηλυκό | Femininum, weiblich f
ocultar ejemplosmostrar más ejemplos