διακομιστής
[ðiakomisˈtis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Serverαρσενικό | Maskulinum, männlich mδιακομιστής ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υδιακομιστής ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
ejemplos
- διακομιστής ανεπιθύμητης αλληλογραφίαςSpamserverαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- διακομιστής ηλεκτρονικής αλληλογραφίαςMailserverαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- διακομιστής ΊντερνετInternetserverαρσενικό | Maskulinum, männlich m