„δημιουργούμαι“: μεσοπαθητικό ρήμα δημιουργούμαι [ðimiurˈɣume]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) entstehen, sich bilden entstehen, sich bilden δημιουργούμαι δημιουργούμαι