γνωριμία
[ɣnoriˈmia]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Bekanntschaftθηλυκό | Femininum, weiblich fγνωριμία κ. με άνθρωπογνωριμία κ. με άνθρωπο
ejemplos
- γνωριμία διακοπώνUrlaubsbekanntschaftθηλυκό | Femininum, weiblich f
- γνωριμία της περιοχήςOrtskenntnisθηλυκό | Femininum, weiblich f