„γαλάζιος“ γαλάζιος [ɣaˈlazjos], γαλάζια, γαλάζιοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) hellblau hellblau γαλάζιος γαλάζιος ejemplos γαλάζια φάλαιναθηλυκό | Femininum, weiblich f Blauwalαρσενικό | Maskulinum, männlich m γαλάζια φάλαιναθηλυκό | Femininum, weiblich f