γέννα
[ˈjena]θηλυκό | Femininum, weiblich fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Geburtθηλυκό | Femininum, weiblich fγέννα γέννησηγέννα γέννηση
- Entbindungθηλυκό | Femininum, weiblich fγέννα τοκετόςγέννα τοκετός
- Wurfαρσενικό | Maskulinum, männlich mγέννα ζωολογία | ZoologieζωολWerfenουδέτερο | Neutrum, sächlich nγέννα ζωολογία | Zoologieζωολγέννα ζωολογία | Zoologieζωολ
ejemplos
- γέννα στο σπίτιHausgeburtθηλυκό | Femininum, weiblich f
- γέννα τρίδυμωνDrillingsgeburtθηλυκό | Femininum, weiblich f