„Βασιλεία“: θηλυκό Βασιλεία [vasiˈlia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Basel Baselουδέτερο | Neutrum, sächlich n Βασιλεία πόλη Βασιλεία πόλη
„βασιλεία“: θηλυκό βασιλεία [vasiˈlia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Regierungszeit Regierungszeitθηλυκό | Femininum, weiblich f βασιλεία βασιλεία ejemplos βασιλεία των ουρανών θρησκεία | Religionθρησκ Himmelreichουδέτερο | Neutrum, sächlich n βασιλεία των ουρανών θρησκεία | Religionθρησκ