„βέβαια“: επίρρημα βέβαια [ˈvevea]επίρρημα | Adverb adv Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) natürlich, gewiss, gewiss, zwar natürlich, gewiss βέβαια ασφαλώς βέβαια ασφαλώς gewiss βέβαια στην αρχή περιόδου βέβαια στην αρχή περιόδου zwar βέβαια για κάτι αντίθετο βέβαια για κάτι αντίθετο ejemplos και βέβαια! sicher doch! και βέβαια!