αποφάγια
[apoˈfaja]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural nplVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Überrestαρσενικό | Maskulinum, männlich mαποφάγιαResteessenουδέτερο | Neutrum, sächlich nαποφάγιααποφάγια
ejemplos
- αποφάγια κρέατοςFleischabfälleπληθυντικός | Plural pl