απορρίμματα
[apoˈrimata]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural nplVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Müllαρσενικό | Maskulinum, männlich mαπορρίμματαAbfallαρσενικό | Maskulinum, männlich mαπορρίμματααπορρίμματα
ejemplos
- απορρίμματα της κουζίναςKüchenabfallαρσενικό | Maskulinum, männlich m