απλώνω
[aˈplono]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- ausbreitenαπλώνω χάρτη, φτεράαπλώνω χάρτη, φτερά
- ausdehnenαπλώνω επεκτείνωαπλώνω επεκτείνω
- ausweitenαπλώνω διευρύνωαπλώνω διευρύνω
- ausstreckenαπλώνω χέρια, πόδιααπλώνω χέρια, πόδια
- ausrollenαπλώνω ζυμάριαπλώνω ζυμάρι
- aufhängenαπλώνω ρούχααπλώνω ρούχα