„άουτ“: ουδέτερο άουτ [ˈaut]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Aus Ausουδέτερο | Neutrum, sächlich n άουτ αθλητισμός | Sportαθλ άουτ αθλητισμός | Sportαθλ