χρώμα
[ˈxroma]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Farbeθηλυκό | Femininum, weiblich fχρώμα κ. μπογιάχρώμα κ. μπογιά
- Koloritουδέτερο | Neutrum, sächlich nχρώμα μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφχρώμα μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
ejemplos
- τι χρώμα έχει;was für eine Farbe hat es?
- χρώμα για καμουφλάρισμαTarnfarbeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- χρώμα εκτύπωσηςDruckerfarbeθηλυκό | Femininum, weiblich f
ocultar ejemplosmostrar más ejemplos