ενημερωτικός
[enimerotiˈkos], ενημερωτική, ενημερωτικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- informativενημερωτικόςενημερωτικός
ejemplos
- ενημερωτικό σημείωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich nInformationsheftουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- ενημερωτικό υλικόουδέτερο | Neutrum, sächlich nInformationsmaterialουδέτερο | Neutrum, sächlich n
ocultar ejemplosmostrar más ejemplos