„γραμματόσημο“: ουδέτερο γραμματόσημο [ɣramaˈtosimo]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Briefmarke Briefmarkeθηλυκό | Femininum, weiblich f γραμματόσημο γραμματόσημο ejemplos γραμματόσημο των 60 λεπτών Briefmarke zu 60 Cent γραμματόσημο των 60 λεπτών βάζω γραμματόσημο σε frankieren βάζω γραμματόσημο σε γραμματόσημο απαντήσεως Rückportoουδέτερο | Neutrum, sächlich n γραμματόσημο απαντήσεως