„wogegen“: interrogatives Adverb wogegeninterrogatives Adverb | ερωτηματικό επίρρημα int adv Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) κατά τίνος, ενάντια σε ποιον/τι, κατά του οποίου κατά τίνος, ενάντια σε ποιον/τι wogegen Frage wogegen Frage κατά του οποίου wogegen im Nebensatz wogegen im Nebensatz