„Vollkornbrot“: Neutrum, sächlich VollkornbrotNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) ψωμί ολικής άλεσης, πλήρης άρτος ψωμίNeutrum, sächlich | ουδέτερο n ολικής άλεσης, πλήρης άρτοςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Vollkornbrot Vollkornbrot