Tatzeuge
Maskulinum, männlich | αρσενικό m, TatzeuginFemininum, weiblich | θηλυκό fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- μάρτυραςMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f αξιόποινης πράξηςTatzeugeTatzeuge