„Staatsexamen“: Neutrum, sächlich StaatsexamenNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) γραπτές πτυχιακές εξετάσεις γραπτές πτυχιακές εξετάσειςFemininum Plural | πληθυντικός θηλυκού fpl Staatsexamen Staatsexamen