„Spielmacher“: Maskulinum, männlich SpielmacherMaskulinum, männlich | αρσενικό m Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) βασικός παίκτης βασικός παίκτηςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Spielmacher Sport | αθλητισμόςSPORT Spielmacher Sport | αθλητισμόςSPORT