„seitenlang“: Adjektiv seitenlangAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) έκτασης αρκετών σελίδων έκτασης αρκετών σελίδων seitenlang seitenlang