„Reiselust“: Femininum, weiblich ReiselustFemininum, weiblich | θηλυκό f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) υπερβολική αγάπη για τα ταξίδια υπερβολική αγάπηFemininum, weiblich | θηλυκό f για τα ταξίδια Reiselust Reiselust ejemplos wenn mich die Reiselust packt όταν με καταλαμβάνει μανία για ταξίδια wenn mich die Reiselust packt