Netzlaufwerk
Neutrum, sächlich | ουδέτερο nVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- μονάδαFemininum, weiblich | θηλυκό f δίσκου δικτύουNetzlaufwerk Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTNetzlaufwerk Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT