„Kopfbedeckung“: Femininum, weiblich KopfbedeckungFemininum, weiblich | θηλυκό f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) κάλυμμα του κεφαλιού κάλυμμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο n του κεφαλιού Kopfbedeckung Kopfbedeckung ejemplos ohne Kopfbedeckung ακάλυπτος ohne Kopfbedeckung