Kleinschreibung
Femininum, weiblich | θηλυκό fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- χρήσηFemininum, weiblich | θηλυκό f μικρών αρχικών γραμμάτωνKleinschreibungKleinschreibung
- μικρά γράμματαNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου nplKleinschreibung Buchdruck, Typografie | τυπογραφίαTYPO Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTKleinschreibung Buchdruck, Typografie | τυπογραφίαTYPO Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT