Klageabweisung
Femininum, weiblich | θηλυκό fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- απόρριψηFemininum, weiblich | θηλυκό f αγωγήςKlageabweisung Rechtswesen | νομικός όροςJURKlageabweisung Rechtswesen | νομικός όροςJUR