„Gerichtsordnung“: Femininum, weiblich GerichtsordnungFemininum, weiblich | θηλυκό f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) κανόνες δικαστηρίου κανόνεςMaskulinum Plural | πληθυντικός αρσενικού mpl δικαστηρίου Gerichtsordnung Gerichtsordnung