„Gegenpartei“: Femininum, weiblich GegenparteiFemininum, weiblich | θηλυκό f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) αντίδικος αντίδικοςMaskulinum und Femininum | αρσενικό και θηλυκό m/f Gegenpartei Rechtswesen | νομικός όροςJUR Gegenpartei Rechtswesen | νομικός όροςJUR