Eigentumsanspruch
Maskulinum, männlich | αρσενικό mVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- αξίωσηFemininum, weiblich | θηλυκό f κυριότηταςEigentumsanspruch Rechtswesen | νομικός όροςJUREigentumsanspruch Rechtswesen | νομικός όροςJUR