Bauschutt
Maskulinum, männlich | αρσενικό mVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- υλικάNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl εκσκαφών και κατεδαφίσεωνBauschuttBauschutt
- μπάζαNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου nplBauschutt umgangssprachlich | οικείοumgBauschutt umgangssprachlich | οικείοumg