„Bauaufsicht“: Femininum, weiblich BauaufsichtFemininum, weiblich | θηλυκό f <-> Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) επιστασία της κατασκευής, υπηρεσία εποπτείας κατασκευής επιστασίαFemininum, weiblich | θηλυκό f της κατασκευής Bauaufsicht Tätigkeit Bauaufsicht Tätigkeit υπηρεσίαFemininum, weiblich | θηλυκό f εποπτείας κατασκευής Bauaufsicht Behörde Bauaufsicht Behörde