„Autopilot“: Maskulinum, männlich AutopilotMaskulinum, männlich | αρσενικό m Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) αυτόματος πιλότος αυτόματος πιλότοςMaskulinum, männlich | αρσενικό m Autopilot Luftfahrt | αεροπορίαFLUG Autopilot Luftfahrt | αεροπορίαFLUG