„χάος“: ουδέτερο χάος [ˈxaos]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Chaos, Abgrund Chaosουδέτερο | Neutrum, sächlich n χάος χάος Abgrundαρσενικό | Maskulinum, männlich m χάος άβυσσος χάος άβυσσος