„φαγάνα“: θηλυκό φαγάνα [faˈɣana]θηλυκό | Femininum, weiblich f Vista general de todas las traducciones (Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar) Bagger, Vielfraß, raffgieriger Mensch Baggerαρσενικό | Maskulinum, männlich m φαγάνα σε οικοδομή φαγάνα σε οικοδομή Vielfraßαρσενικό | Maskulinum, männlich m φαγάνα φαγάς οικείο | umgangssprachlichοικ φαγάνα φαγάς οικείο | umgangssprachlichοικ raffgieriger Menschαρσενικό | Maskulinum, männlich m φαγάνα άπληστος φαγάνα άπληστος