τουρισμός
[turizˈmos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Fremdenverkehrαρσενικό | Maskulinum, männlich mτουρισμόςTourismusαρσενικό | Maskulinum, männlich mτουρισμόςτουρισμός
ejemplos
- τουρισμός με σακίδιοRucksacktourismusαρσενικό | Maskulinum, männlich m