τερματικός
[termatiˈkos], τερματική, τερματικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
ejemplos
- τερματικός σιδηροδρομικός σταθμόςαρσενικό | Maskulinum, männlich mEndbahnhofαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- τερματικός σταθμόςαρσενικό | Maskulinum, männlich mKopfbahnhofαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ocultar ejemplosmostrar más ejemplos