σύνδρομο
[ˈsinðromo]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Syndromουδέτερο | Neutrum, sächlich nσύνδρομο ιατρική | Medizinιατρσύνδρομο ιατρική | Medizinιατρ
ejemplos
- σύνδρομο DownDownsyndromουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- σύνδρομο επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειαςAidsουδέτερο | Neutrum, sächlich n