παραγωγός
[paraɣoˈɣos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fVista general de todas las traducciones
(Para obtener más detalles de la traducción, hacer clic/pulsar)
- Herstellerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραγωγός προϊόντοςErzeugerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραγωγός προϊόντοςπαραγωγός προϊόντος
- Produzentαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fπαραγωγός ταινίαςπαραγωγός ταινίας
ejemplos
- παραγωγός κινηματογράφουFilmproduzentαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f